Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Κριτήρια Αποτίμησης των αποτελεσμάτων των Εκλογών και της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ

του Μιχάλη Χονδροκούκη
Υπάρχουν πολλά κριτήρια με βάση τα οποία μπορούμε να κρίνουμε το εκλογικό αποτέλεσμα. Όμως, το ζήτημα είναι να προσδιορίσουμε το κατάλληλο κριτήριο, ώστε η ερμηνεία να εξηγεί την ουσία των εξελίξεων και όχι να επισημαίνει απλώς κάποια από τις πολλές πλευρές του εξεταζόμενου φαινομένου. Συνεπώς, το κριτήριο οφείλει να είναι τέτοιο που να αναφέρεται στο κύριο πολιτικό ζήτημα της περιόδου που διανύουμε και να εντοπίζει το συγκεκριμένο πολιτικό διακύβευμα. Γενικά, τα διάφορα κριτήρια που χρησιμοποιούνται, συνειδητά ή ασυνείδητα, για την αποτίμηση του αποτελέσματος των εκλογών, διαφέρουν ως προς το βαθμό διείσδυσης από το φαινόμενο στην ουσία των πραγμάτων και ως προς το ποιο πολιτικό ζήτημα θεωρούν ως κύριο της περιόδου. Στο παρόν άρθρο εξετάζονται τα εξής κριτήρια: α) το πρόσωπο, β) Αριστερά ή Δεξιά, γ) Μνημονιακή ή Αντιμνημονιακή κυβέρνηση, δ) εντός της ΕΕ ή ρήξη και έξοδος από την ΕΕ με αντιιμπεριαλιστική λαϊκή κυβέρνηση.
α) Το πρόσωπο
Το κριτήριο της αλλαγής προσώπου είναι το λιγότερο διεισδυτικό στην ουσία των πολιτικών εξελίξεων και στέκεται μόνο στην πιο άμεσα αισθητή εκδήλωση του φαινομένου: η πολιτική του κόμματος ή των κομμάτων της κυβέρνησης γίνεται αντιληπτή ως προσωπική πολιτική βούληση του πρωθυπουργού (και όχι ως πολιτική εξυπηρέτησης των συμφερόντων μιας συγκεκριμένης τάξης). Έτσι, η αντιλαϊκή πολιτική της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ(-ΔΗΜΑΡ) κατανοείται είτε ως κακός σχεδιασμός των ανίκανων Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη είτε ως σκοπιμότητα του κακού και απαίσιου χαλίφη Σαμαρά, του μοχθηρού, ζηλόφθονος και μισάνθρωπου Βενιζέλου που θέλει να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη, και του θλιβερού και απελπισμένου βαστάζου τους του Κουβέλη.
Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, το αποτέλεσμα των εκλογών είναι καλό, εκτός κι αν ο Τσίπρας αποδειχθεί είτε πιο ανίκανος από τους προηγούμενους είτε πιο ύπουλος και μοχθηρός και εκμεταλλευτεί την εμπιστοσύνη που του έδειξε ο λαός.
Αυτό το κριτήριο είναι εξαιρετικά επιφανειακό και επισφαλές, καθώς αντιμετωπίζει εσφαλμένα την πολιτική σαν αποκλειστικό ζήτημα προσώπων και ψυχολογικοποιεί τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα.
Παράδειγμα 1ο: Αιτία του Β΄ παγκόσμιου πολέμου είναι ο «παράφρων» Χίτλερ και όχι οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις του γερμανικού και μιας σημαντικής μερίδας του αμερικανικού μονοπωλιακού κεφαλαίου που συνεργάστηκαν με βασικούς στόχους το πλήγμα της Σοβιετικής Ένωσης και την ανακοπή της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, καθώς και την πολεμική επίλυση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Παράδειγμα 2ο: Αιτία της δικτατορίας στην Ελλάδα είναι ο επίσης «παράφρων» δικτάτορας Παπαδόπουλος και το επιτελείο του που «ήταν για τα σίδερα» και όχι το οργανωμένο σχέδιο της CIA και των άλλων αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών που εκείνη την εποχή έστηναν τη μία χούντα μετά την άλλη σε χώρες όλου του κόσμου, εξυπηρετώντας τις εκάστοτε επιδιώξεις τους.
Παράδειγμα 3ο: Αιτία του δανεισμού της Ελλάδας με ληστρικούς όρους, υπαγωγή στο αγγλικό δίκαιο και απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, είναι η οικονομική ανικανότητα των Καραμανλή-Παπανδρέου και όχι ο σχεδιασμός των ξένων και ντόπιων μονοπωλίων για μεγαλύτερη κερδοφορία.
Παράδειγμα 4ο: Αιτία της μνημονιακής λιτότητας σήμερα στην Ελλάδα είναι η λανθασμένη πολιτική και η ανικανότητα των Σαμαρά-Βενιζέλου(-και ολίγον τι από Κουβέλη), της στενοκέφαλης Μέρκελ και των αφηρημένων τροϊκανών υπαλλήλων που κάνουν λάθη στους συντελεστές και όχι ο σχεδιασμός των ξένων και ντόπιων μονοπωλίων και ιμπεριαλιστικών μηχανισμών (κατά κύριο λόγο των ΔΝΤ (ΗΠΑ) και ΕΚΤ (ΕΕ) κατ’ εντολή των οποίων δρουν οι Σαμαράς-Βενιζέλος-Μέρκελ) για ακόμη μεγαλύτερη κερδοφορία, προσωρινή υπέρβαση της οικονομικής κρίσης εις βάρος του λαού και διαμόρφωση μιας νέας εργασιακής και πολιτικής πραγματικότητας, με ένταση της εκμετάλλευσης και εκφασισμό της κοινωνίας.
β) Αριστερά ή Δεξιά
Το κριτήριο αλλαγής της κυβέρνησης από τη Δεξιά στην Αριστερά επιτυγχάνει μια στοιχειώδη διείσδυση στο φαινόμενο, ξεφεύγοντας από την ψυχολογικοποίηση των κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων: η πολιτική του κόμματος ή των κομμάτων της κυβέρνησης γίνεται αντιληπτή ως απόρροια της ιδεολογίας του κόμματος, η οποία και καθορίζεται από την κοινωνική τάξη που εκπροσωπεί (αυτό το δεύτερο δε γίνεται πάντα αντιληπτό, καθώς οι ιδέες συχνά αντιμετωπίζονται ως αυτόνομες υπάρξεις). Έτσι, η αντιλαϊκή πολιτική της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ(-ΔΗΜΑΡ) κατανοείται ως απόρροια της δεξιάς φιλελεύθερης αστικής ιδεολογίας, που εκφράζει τα συμφέροντα της αστικής τάξης εις βάρος, αναγκαστικά, του λαού.
Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι απαραίτητα καλό, λόγω της ιδεολογικής ασάφειας που περιβάλλει την έννοια της Αριστεράς. Και εξηγούμε: Το ποιοι ανήκουν στην Αριστερά καθορίζεται (εάν έχει νόημα να καθορίζεται) από διάφορες παραμέτρους, όπως τη γενική αναφορά στο σοσιαλισμό (με τον όποιο προσδιορισμό) ως στόχο, αλλά εξαρτάται και από τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο και την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου πολιτικού μορφώματος. Για παράδειγμα, στις αρχές του 20ου αιώνα η σοσιαλδημοκρατία εντασσόταν στην Αριστερά, ενώ σήμερα είναι ξεκάθαρο ότι εκπροσωπεί το μεγάλο κεφάλαιο και η όποια αναφορά της στο σοσιαλισμό είναι μόνο παραπλανητική και τυχοδιωκτική. Κατά τα άλλα, σήμερα κατατάσσονται στην Αριστερά λενινιστές, σταλινικοί, τροτσκιστές, μαοϊκοί, λουξεμπουργκικοί, γκραμσιανοί, συμβουλιακοί, γκεβαρικοί, αλτουσεριανοί, ευρωκομμουνιστές, αριστεροί οικολόγοι και ό,τι άλλο έκριναν οι αγωνιστές ανά την ιστορία ότι μπορεί να απομονωθεί και να εμβληματοποιηθεί. (Δηλώσεις του τύπου «είμαστε κομμουνιστές και όχι αριστεροί» δε φαίνεται να αλλάζουν την εμπεδωμένη, αλλά και συγκεχυμένη αντίληψη του λαού για την γενική πολιτική χωροταξία.) Αυτή η ασάφεια και η αδυναμία να προσδιοριστεί με ακρίβεια το πολιτικό στίγμα της Αριστεράς περιπλέκει κάπως τα πράγματα, διότι το ιδιαίτερο ρεύμα του εκάστοτε κρίνοντος καθορίζει και την αντίληψή του για την «αριστεροσύνη» του κρινόμενου. Έτσι, π.χ. ένας λενινιστής δε βλέπει την ιστορική δικαίωση του κομμουνιστικού κινήματος στην εκλογική νίκη του ρεφορμιστικού ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μια διαδικασία ενσωμάτωσης, ενώ ένας επίγονος του ευρωκομμουνισμού αγάλλεται από την επίτευξη του βασικού του στόχου, της κυβερνητικής διαχείρισης του καπιταλισμού (αλλά φυσικά με τις αξίες της ανθρωπιάς, της δικαιοσύνης και ό,τι άλλο στέκεται εντός των ορίων και των συνθημάτων της αστικής τάξης από τη μακρινή και ανεπιστρεπτί ξεπερασμένη επαναστατική εποχή της).
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό το κριτήριο, εάν ο κρίνων ανήκει στους επιγόνους του ευρωκομμουνισμού (ή σε κάποια πρώην μαοϊκή ή νυν τροτσκιστική οργάνωση που έχει προσκολληθεί στο σώμα του ΣΥΡΙΖΑ με δήθεν στόχο την ώθησή του σε πιο ριζοσπαστικές θέσεις), το αποτέλεσμα των εκλογών είναι κατ’ εξοχήν καλό. Για τους νέους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, που αποτελούν το βασικό σώμα των ψηφοφόρων και τον πραγματικό μοχλό της εκλογικής νίκης (έναντι του παραδοσιακού 4,5%), οι οποίοι σημειωτέον προέρχονται κατά κύριο λόγο από τις διαρροές των ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, για αυτούς το αποτέλεσμα είναι καλό ως το απαραίτητο πρώτο βήμα-προϋπόθεση για την αναμενόμενη σχετικά άμεση ικανοποίηση των προσδοκιών τους. Για την υπόλοιπη «βεντάλια» της Αριστεράς, η αποτίμηση ποικίλει ανάλογα με τις εκτιμήσεις για τα συστημικά όρια του ΣΥΡΙΖΑ και κυμαίνεται από την απλή επιφύλαξη και την καλόπιστη συζήτηση για «περίοδο χάριτος», έως το φόβο για βαρύτατες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στο λαϊκό κίνημα. Ο φόβος αυτός εδράζεται στην ίδια ασάφεια που προαναφέρθηκε για την Αριστερά, καθώς μια πολιτική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ (δηλαδή εάν δεν ανατρέψει όλους τους μνημονιακούς νόμους και διατάγματα, εάν δεν επαναφέρει σχετικά άμεσα και για αρχή το βιοτικό επίπεδο του λαού στην προ κρίσης εποχή, εάν ακολούθως δεν ανεβάσει ακόμη περισσότερο αυτό το βιοτικό επίπεδο αναγκάζοντας το κεφάλαιο να χάσει μεγάλο μέρος των κερδών του και εάν δεν προωθήσει τον εκδημοκρατισμό του εκφασιζόμενου κράτους) θα χρεωθεί στο σύνολο της Αριστεράς, ανεξαρτήτως ρεύματος.
Είναι, λοιπόν, καλή για το λαό η νίκη της νεο-ευρωκομμουνιστικής Αριστεράς; Εάν πιστεύει κανείς ότι ο καπιταλισμός χαλιναγωγείται από αριστερές μεταρρυθμίσεις, ότι πλούσιοι και φτωχοί μπορούμε να ζήσουμε μονιασμένοι, οι πλούσιοι λίγο λιγότερο πλούσιοι και οι φτωχοί λίγο λιγότερο φτωχοί, τότε ναι, είναι καλή. Εάν πιστεύει κανείς ότι η ΕΕ είναι ανοιχτή σε «νέες»(!) προτάσεις και ότι οι ιθύνοντες μπορούν να πειστούν με τα κατάλληλα επιχειρήματα να μην εξαθλιώνουν άλλο τους λαούς, τότε και πάλι ναι, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι καλή. Όμως, εάν πιστεύει κανείς ότι οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί ΕΕ, ΔΝΤ και ΝΑΤΟ (με τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί να έρθει σε ρήξη) συγκροτήθηκαν για να απομυζήσουν τους λαούς και δε μεταρρυθμίζονται αλλά ανατρέπονται, τότε όχι, δεν είναι καλή. Βεβαίως, δεν είναι προτιμότερο να βλέπει κανείς στην κυβέρνηση τους θρασύτατους υποτακτικούς των αστών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ (αν και κάποιους θα τους ξαναφάμε στη μάπα υπό τη σκέπη του ΣΥΡΙΖΑ), αλλά με αυτό το αισθητικό κριτήριο επιστρέφει κανείς στην προβληματική αντίληψη της πολιτικής ως ζήτημα προσώπων. Έτσι, αυτό που πρέπει να κάνει ο κάθε καλόπιστος (προς το ΣΥΡΙΖΑ) άνθρωπος είναι να βρίσκεται σε εγρήγορση, να παρακολουθεί τις εξελίξεις, να ελέγχει εάν το βιοτικό επίπεδο του λαού μας βελτιώθηκε σημαντικά εις βάρος του κεφαλαίου, εάν η κυβέρνηση αγωνίζεται για την ανεξαρτησία της χώρας και την παύση της απομύζησης του λαού από τα ντόπια και ξένα μονοπώλια… και εάν όχι, τότε να συνειδητοποιήσει (και να έχει το θάρρος να το αναγνωρίσει ανοιχτά άμεσα και όχι μετά από άλλα τριάντα χρόνια) ότι αυτή η νίκη της Αριστεράς ούτε την ελπίδα έφερε ούτε το λαό λύτρωσε. Εδώ είμαστε όλοι και θα δούμε τι θα γίνει. Η νίκη της «κυβέρνησης της Αριστεράς», έτσι γενικά, δε λέει και πολλά πράγματα.
γ) Μνημονιακή ή Αντιμνημονιακή κυβέρνηση
Το κριτήριο της αλλαγής της Μνημονιακής κυβέρνησης από μια Αντιμνημονιακή εστιάζει περισσότερο σε συγκεκριμένα και πολύ κρίσιμα ζητήματα της περιόδου που διανύουμε και δε στέκεται με μια γενικότητα στη σφαίρα της ιδεολογίας (όπως το κριτήριο Δεξιά ή Αριστερά): η πολιτική της κυβέρνησης κρίνεται από τη θέση της απέναντι στο Μνημόνιο, εάν το αποδέχεται ή το απορρίπτει, διότι όλα τα προβλήματα του λαού γίνονται αντιληπτά ως προβλήματα που έχουν ως βασική αιτία το Μνημόνιο. Έτσι, η αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ(-ΔΗΜΑΡ) γίνεται αντιληπτή ως εφαρμογή των μνημονιακών νόμων, οι οποίοι είναι απόρροια είτε της σχεδιαστικής ανικανότητας των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ(-ΔΗΜΑΡ) είτε της δουλοπρέπειας και της διαπραγματευτικής ανικανότητάς τους με τους δανειστές.
Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, το αποτέλεσμα των εκλογών είναι καλό, διότι η νέα κυβέρνηση αποτελείται κατά κύριο λόγο από το ΣΥΡΙΖΑ (Αριστερά) και συμπληρώνεται από τους Ανεξάρτητους Έλληνες (Δεξιά) που και οι δύο είναι δεδηλωμένα αντιμνημονιακοί. Όμως, εδώ εγείρεται ένα κρίσιμο ερώτημα:
-Είναι το Μνημόνιο η βασική αιτία των προβλημάτων του λαού;
Οι μνημονιακοί νόμοι επιβλήθηκαν ως «λύση» στο «πρόβλημα» του τεράστιου χρέους της χώρας και τη αδυναμίας αποπληρωμής του λόγω δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Από εδώ προκύπτουν και τα ακόλουθα ερωτήματα:
-Γιατί δημιουργήθηκε αυτό το χρέος, που όλο και αυξάνεται με το πέρασμα του χρόνου;
-Γιατί συνάφθηκαν δάνεια με ληστρικούς όρους μεταξύ των οποίων και η απώλεια εθνικής κυριαρχίας;
-Έστω ότι η Αντιμνημονιακή κυβέρνηση καταργεί τους μνημονιακούς νόμους, τί θα αλλάξει σχετικά με το τεράστιο χρέος και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας της χώρας;
-Όσο αναγνωρίζεται και δε θίγεται η δανειακή σύμβαση (που με τόση έμφαση και σπουδή διαχωρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ από το μνημόνιο), δεν παραμένει και το χρέος της χώρας;
-Εάν η Αντιμνημονιακή κυβέρνηση αναγνωρίζει τη δανειακή σύμβαση και δηλώνει ότι δε θα την καταργήσει μονομερώς (γιατί αποδέχεται το μεγαλύτερο μέρος του χρέους και σέβεται τους θεσμούς της ΕΕ και του ΔΝΤ), δε θα παραμείνει η χώρα καταχρεωμένη και σε ομηρία από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς ΔΝΤ-ΕΚΤ;
-Ο λαός μας δε θα παραμένει το διπλό θύμα της ντόπιας και ξένης εκμετάλλευσης;
-Και αφού το χρέος το πληρώνει ο λαός από το υστέρημά του και την περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού του επιπέδου και όχι οι τράπεζες και τα μονοπώλια από τα κέρδη τους, τότε τι είναι αυτό που θα αλλάξει ουσιαστικά στη ζωή μας;
-Εάν η παραγωγική βάση της χώρας αποσαρθρώθηκε σταδιακά λόγω της ένταξής μας στην άλλοτε ΕΟΚ νυν ΕΕ και η Αντιμνημονιακή κυβέρνηση επιμένει στην παραμονή της χώρας και τη λειτουργία της σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ, τότε πώς θα προκύψει η παραγωγική ανασυγκρότηση, μια σχετική αυτάρκεια (έστω και διατροφική) και προοπτικά η άρση της εθνικής υποτέλειας και της διπλής εκμετάλλευσης του λαού;
Σύμφωνα με τα παραπάνω, το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι καλό. Όχι γιατί νίκησε ο ΣΥΡΙΖΑ που είναι κόμμα ταγμένο στην ΕΕ, αλλά γιατί οι εκλογές αποτύπωσαν ότι η συντριπτική πλειοψηφία του λαού δεν είναι διατεθειμένη να στηρίξει μια κυβερνητική πολιτική που θα έρθει σε ρήξη με την ΕΕ και το ΔΝΤ στην προοπτική της εθνικής ανεξαρτησίας, ώστε να μπορέσει να προχωρήσει σε κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας προς όφελος του λαού στην προοπτική του σοσιαλισμού. Βεβαίως, την ευθύνη γι’ αυτό την έχει αφ’ ενός η καταιγιστική και συστηματική αστική προπαγάνδα, που προσπαθεί να ταυτίσει στη συνείδηση του λαού τα συμφέροντα και τη στρατηγική του κεφαλαίου με τα συμφέροντα και την προοπτική επιβίωσης του λαού, και αφ’ ετέρου η αδυναμία των επαναστατικών δυνάμεων της Αριστεράς να συγκροτήσουν ένα μεταβατικό και ριζοσπαστικό πρόγραμμα που να πείθει το λαό ότι αποτελεί την απάντηση στα προβλήματά του στο σήμερα.
δ) Εντός της ΕΕ ή ρήξη και έξοδος από την ΕΕ με αντιιμπεριαλιστική λαϊκή κυβέρνηση
Το κριτήριο της παραμονής ή ρήξης και εξόδου από την ΕΕ αναδεικνύει τη στάση απέναντι στην ΕΕ ως κύρια και πιο καθοριστική: η πολιτική του κόμματος ή των κομμάτων της κυβέρνησης γίνεται αντιληπτή ως απόρροια του θεσμικού πλαισίου και της στρατηγικής της ΕΕ, η οποία ΕΕ από την ίδρυσή της εξυπηρετεί το μονοπωλιακό κεφάλαιο εις βάρος των λαών. Έτσι, η αντιλαϊκή πολιτική των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ(-ΔΗΜΑΡ) κατανοείται ως απόρροια της επιβεβλημένης πολιτικής της ΕΕ, που εκφράζει πρωτίστως τα συμφέροντα των ξένων και δευτερευόντως των ντόπιων μονοπωλίων, εις βάρος του λαού. Αυτή η αντιλαϊκή πολιτική δεν ξεκίνησε με την κρίση των τελευταίων χρόνων, ούτε εκφράστηκε για πρώτη φορά με το μνημόνιο:
-Οι μισθοί και οι συντάξεις (μετά την περίοδο ‘81-‘85 που το ΠΑΣΟΚ εξαγόρασε κοινωνική συναίνεση για τα τριάντα επόμενα χρόνια) μειώνονται σταθερά, ενώ τα κέρδη των επιχειρήσεων πολλαπλασιάζονται.
-Το μοντέλο της ελαστικής εργασίας και της υποαπασχόλησης, που προωθείται δια των οδηγιών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, εδώ και χρόνια τσακίζει τον εργαζόμενο λαό και πλουτίζει το κεφάλαιο. 
-Χρόνια τώρα επιβάλλεται βαρύτατη φορολογία στους μισθωτούς (τόσο δια των άμεσων όσο και των έμμεσων φόρων) δίπλα στη σκανδαλωδώς προνομιακή μεταχείριση και φοροελάφρυνση των μεγάλων επιχειρήσεων.
-Όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε ΠΑΣΟΚ είτε ΝΔ, παρείχαν την απαραίτητη κάλυψη και νομιμοποιούσαν της τράπεζες να λεηλατούν τα λαϊκά νοικοκυριά.
-Η αγροτική παραγωγή της χώρας «ξεχερσώθηκε» από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της άλλοτε ΕΟΚ.
-Η συνθήκη του Μάαστριχτ και όλες οι μετέπειτα συμπληρωματικές έδωσαν και δίνουν στο μονοπωλιακό κεφάλαιο τη δυνατότητα να κερδοσκοπεί με τους πιο ευνοϊκούς όρους μέσα στις χώρες της ΕΕ.
-Οι περισσότερες εγχώριες παραγωγικές μονάδες και διάφορες μικροεπιχειρήσεις γονάτισαν μπροστά στον άνισο ανταγωνισμό και η παραγωγική βάση της χώρας σταδιακά αποσαρθρώθηκε.
-Οι ντόπιοι αλλά κυρίως οι ξένοι μονοπωλιακοί όμιλοι εδώ και χρόνια αγοράζουν για ένα κομμάτι ψωμί τη δημόσια περιουσία ή αναλαμβάνουν έργα τα οποία τελικά τα πληρώνει διπλά και τριπλά ο ελληνικός λαός, πάντα με τη θρασύτατη δικαιολογία ότι αυτό είναι που συμφέρει το λαό (βλ. ΟΤΕ, αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος, Αττική Οδό κ.ά.).
-Ο έλεγχος των ιμπεριαλιστικών κέντρων επί των μικρών και αδύναμων χωρών μέσω του ληστρικού και μακρόχρονου δανεισμού, δηλαδή η οικονομική και πολιτική εξάρτηση δια του χρέους, αποτελεί μια συνηθισμένη εκδοχή της νεοαποικιοκρατίας.
Η λύση για τα παραπάνω βασικά προβλήματα προς όφελος του λαού, δηλαδή η ανασυγκρότηση, ανάπτυξη και προστασία της ντόπιας παραγωγής, η κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας, η εφαρμογή ενός φορολογικού συστήματος που απαλλάσσει το λαό και βάζει το κεφάλαιο να πληρώσει, ο κρατικός έλεγχος των τραπεζών για την προστασία των λαϊκών νοικοκυριών, η επανάκτηση όλης της δημόσιας περιουσίας που έχει χαθεί με ληστρικές συμφωνίες και η επέκτασή της στους βασικούς παραγωγικούς και άλλους κομβικούς για την οικονομία τομείς, η εθνική ανεξαρτησία και η άρση της υποτέλειας σε ΕΕ και ΗΠΑ, όλα αυτά έχουν ως προϋπόθεση μια αντιιμπεριαλιστική και αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση με πραγματικό λαϊκό έρεισμα, που θα έρθει σε ρήξη με το αντιλαϊκό μόρφωμα της ΕΕ, για να τραβήξει το δρόμο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι αυτό που θα ανοίξει το δρόμο για το λαό και τη σταθερή βελτίωση της ζωής μας. Η υποταγή στο θεσμικό πλαίσιο και την αντιλαϊκή πολιτική της ΕΕ κρατά δέσμιο το λαό σε μια πορεία περαιτέρω εξαθλίωσης. Τα μέτρα που θα επιτραπεί στην κυβέρνηση να πάρει, δυστυχώς δε θα είναι ούτε καν αυτά που ελπίζουν οι πιο απελπισμένοι. Μερικές μεταρρυθμίσεις στην υγεία (π.χ. κατάργηση του εισιτηρίου των πέντε ευρώ για τα εξωτερικά ιατρεία και του ενός ευρώ για κάθε συνταγή) και την παιδεία (π.χ. κατάργηση της τράπεζας θεμάτων), το πάγωμα κάποιων ιδιωτικοποιήσεων, η παραχώρηση ενός ούτως ή άλλως ισχνού δώρου και στοιχειώδης αύξηση μόνο του βασικού μισθού, αποτελούν μεταρρυθμίσεις που θα είναι μεν καλές, αλλά αποτελούν αναντίστοιχα μέτρα προς το μέγεθος και τη φύση των προβλημάτων του λαού. Επιπλέον, θα προβληθούν σαν κοσμογονικές αλλαγές και θα επιχειρήσουν να επισκιάσουν την αδράνεια για τα βασικότερα και φλέγοντα ζητήματα που θα κρίνουν την προοπτική επιβίωσης του λαού μας.
Προοδευτικά μέτρα προς όφελος του λαού και εις βάρος του κεφαλαίου δεν μπορούν να προκύψουν, παρά μόνο ως αποτέλεσμα της πίεσης ενός ισχυρού λαϊκού κινήματος, οργανωμένου και σταθερού, ώστε να απειλεί πραγματικά την κυριαρχία του κεφαλαίου και να το εξαναγκάζει σε υποχωρήσεις. Αυθόρμητα ξεσπάσματα αγανάκτησης και απελπισίας, που δε μετεξελίσσονται σε συνειδητή πάλη με πολιτικό πρόγραμμα, δε φοβίζουν τους ταξικούς μας αντίπαλους. Το κεφάλαιο ξέρει καλά πώς φουσκώνει η λαϊκή αγανάκτηση και πώς ξεφουσκώνει, εάν δεν οργανωθεί. Αριστερές κυβερνήσεις, χωρίς πίσω τους ένα οργανωμένο λαϊκό κίνημα, που η στρατηγική τους ταυτίζεται με τις επιλογές του μονοπωλιακού κεφαλαίου (ΕΕ, ΝΑΤΟ), δεν απειλούν την αστική εξουσία. Και εντός της ΕΕ και ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία… δε γίνεται!
Όποιος εναποθέτει τις ελπίδες του σε πρόσωπα, ας περιμένει το Μεσσία!
Όποιος ικανοποιείται από το «Αριστερά να ’ναι, κι ό,τι να ’ναι», ας σκεπαστεί με μια κόκκινη σημαία μπροστά στην τηλεόραση, περιμένοντας την εξαγγελία του σοσιαλισμού από τις ειδήσεις των οκτώ!
Όποιος αρκείται στο αριστερο-δεξιό Αντιμνημόνιο, ας απολαύσει από σήμερα τη νέα μετα-μνημονιακή ζωή του και τον επικείμενο αναβαπτισμό και μετονομασία της Ευρωενωσιακής αντιλαϊκής πολιτικής.
Όποιος κατανοεί την αναγκαιότητα της ρήξης και της εξόδου από την ΕΕ με την εφαρμογή ενός αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού και δημοκρατικού προγράμματος για την άμεση ανακούφιση του λαού, την αποτροπή του περαιτέρω εκφασισμού της κοινωνίας και την προοπτική του σοσιαλισμού, τότε οφείλει να εργαστεί για την άμεση συγκρότηση ενός τέτοιου αγωνιστικού λαϊκού Μετώπου και την ανάπτυξη ενός μαζικού επαναστατικού κομμουνιστικού φορέα.

Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Αποδοχή του μοιραίου επικείμενου θανάτου, "διαπραγμάτευση" ή μέτωπο αγώνα;

Αποδοχή του μοιραίου επικείμενου θανάτου, "διαπραγμάτευση" ή μέτωπο αγώνα;

Βάσει κάποιων μοντέλων  (βλ. Elisabeth Kübler-Ross) υπάρχουν πέντε φάσεις, από τις οποίες περνάει ο άνθρωπος για να αποδεχτεί τελικά τον μοιραίο επικείμενο θάνατο (ατομικό ή μαζικό - γενοκτονία).

1.    Άρνηση.

2.    Θυμός.
3.    Διαπραγμάτευση.
4.    Κατάθλιψη.
5.    Αποδοχή.

Στις επικείμενες εκλογές, υπάρχει ένα κυρίαρχο σενάριο απόρριψης της άρνησης και του θυμού. 

Βάσει αυτού του σεναρίου, η γενοκτονία επιχειρείται να εδραιωθεί ως "μοναδική βιώσιμη στρατηγική λύση", ενώ στους ψηφοφόρους - "σώφρονες αυτόχειρες",  ως δήθεν μοναδικές "σοβαρές" εναλλακτικές εκδοχές, παρουσιάζονται μόνον όσες ανάγονται στη μοιρολατρική η ευχέρεια επιλογής μεταξύ εκτελεστών-διαχειριστών της γενοκτονίας δύο αποχρώσεων μοιρολατρίας: των φάσεων 3 και 5. Διαπραγμάτευση ή/και Αποδοχή, με την κατάθλιψη δεδομένη...

Περιθωριακά παίζει και μια καμουφλαρισμένη εκδοχή εθελόδουλης μοιρολατρίας και παραίτησης: είναι και κάποιοι που "κρατούν δυνάμεις" για μετά τη Δευτέρα Παρουσία και την "καθαρή" Ανάσταση νεκρών, ταμπουρωμένοι πίσω από επαναστατική φρασεολογία ... 


Το ζητούμενο του μονόδρομου αυτού του σεναρίου είναι η απόρριψη κάθε -έστω και κατά διάνοια- αναζήτησης και διεκδίκησης εναλλακτικής προοπτικής επιβίωσης του λαού, πέρα από την πρακτικά εθελόδουλη μοιρολατρική αποδοχή της "στρατηγικής του θανάτου". 

Δεν μπορεί να είναι σοβαρή εναλλακτική λύση η "επαναδιαπραγμάτευση" των λεπτομερειών και των δόσεων εκτέλεσης της γενοκτονίας. 
Δεν συνιστά λύση η απελπιστική επένδυση ελπίδων στην εναλλαγή διαχειριστών των ίδιων στρατηγικών επιλογών.
Ε όχι λοιπόν! 
Υπάρχει άλλος δρόμος: Αυτός της απόρριψης των στρατηγικών επιλογών του καθεστώτος, από τον ίδιο το λαό,  οργανωμένο σε κοινωνικό και πολιτικό Μέτωπο ανένδοτου αγώνα, βάσει ενός εναλλακτικού προγράμματος κομβικών στόχων αποτροπής της καταστροφής. 
Η μοναδική βιώσιμη στρατηγική προοπτική, που μπορεί να συσπειρώσει την πλειοψηφία του λαού, είναι αυτή που βάζει στόχο να αποτινάξει το ζυγό του Ευρώ, της φυλακής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Δ.Ν.Τ. και όλων των ιμπεριαλιστικών οργάνων, να κατακτήσει τη διαγραφή του χρέους, των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, τη λαϊκή κυριαρχία, τον εθνικό έλεγχο με σχεδιασμό βάσει των λαϊκών αναγκών στη νομισματική και οικονομική πολιτική, την εθνικοποίηση των τραπεζών και των τομέων στρατηγικής σημασίας, την αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των εργαζόμενων και ριζικό εκδημοκρατισμό όλης της κοινωνίας.

Όσοι εξακολουθούν να υπονομεύουν  την προοπτική του μετωπικού αγώνα (συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα, με ή χωρίς επαναστατική φρασεολογία ή/και ποικίλα προσχήματα), στρώνουν το δρόμο για την επέλαση του απροκάλυπτου φασισμού και του πολέμου.
Η Ουκρανία δεν είναι τόσο μακρυά...
Τα ίδια κέντρα, βάσει των ίδιων στρατηγικών επιλογών του Ευρωατλαντικού άξονα μακελεύουν εκεί και εδώ. Η εναλλαγή των μεθόδων τους στην κρίση και στον πόλεμο, είναι θέμα συσχετισμών και συγκυρίας...  

Δ.Πατέλης   

Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015

Για την επικείμενη εκλογική μάχη

Για την επικείμενη εκλογική μάχη
Στη βάση των αρχών της Ιδρυτικής μας διακήρυξης και της ανακοίνωσης με τίτλο Μετωπική συμπόρευση αρχών ή «μια από τα ίδια;» και δεδομένων των τελευταίων εξελίξεων, με την εσπευσμένη προσφυγή του καθεστώτος σε κοινοβουλευτικές εκλογές και την αντίστοιχη δρομολόγηση πολιτικών συνεργασιών, ιδιαίτερα μεταξύ ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Πρωτοβουλίας για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση (Π.Α.Με.Σ.), επισημαίνουμε τα εξής:
1. Το βάθεμα της ολόπλευρης συστημικής κρίσης, που καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη της μετωπικής συγκρότησης του αγώνα με την καταλυτική συμβολή εκείνων των κομμουνιστικών δυνάμεων, που συνδέουν με συνέπεια και συνέχεια κάθε βήμα με την ανάγκη κλιμάκωσης του αγώνα, με τη σοσιαλιστική προοπτική της Επαναστατικής Ενοποίησης της ανθρωπότητας, που αντιλαμβάνονται τα καθήκοντα της εποχής και της συγκυρίας, ανταποκρινόμενες με σεμνότητα, ανιδιοτέλεια και αυταπάρνηση σε αυτά.
2. Είναι σταθερή η θέση μας να συμβάλλουμε «θεωρητικά, ιδεολογικά και πρακτικά στη διάγνωση και επίλυση κομβικών προβλημάτων της εποχής μας, υπό το πρίσμα της κομμουνιστικής προοπτικής», να συνεισφέρουμε «με αταλάντευτη συνέπεια στη διαμόρφωση και ανάπτυξη του κοινωνικοπολιτικού μετώπου, στη βάση του μεταβατικού προγράμματος προς το σοσιαλισμό, καλλιεργώντας άλλου τύπου σχέσεις εντός του κινήματος, πέρα από τις άγονες αντιπαραθέσεις και περιχαρακώσεις, καταδεικνύοντας σημεία σύγκλισης μεταξύ των δυνάμεων ριζοσπαστικής και επαναστατικής αναφοράς, υπερβαίνοντας διαφοροποιήσεις δευτερεύουσας σημασίας, που καθηλώνουν, υπονομεύουν και αποδυναμώνουν το κίνημα».
3. Για εμάς, η «αριστεροσύνη», ο «αντικαπιταλισμός», η «κομμουνιστικότητα» κ.ο.κ., δεν μπορεί να τίθενται ως κραυγαλέες προμετωπίδες «καθαρότητας» και ως προαπαιτούμενο για τη σύμπηξη του Μετώπου και την προώθηση των διεκδικήσεών του. Το τι πρεσβεύει ένα μέτωπο και ο επαναστατικός του χαρακτήρας, καθορίζεται αντικειμενικά από το πρόγραμμα, την οργάνωση και -κυρίως- από την πρακτική του δράση και όχι από βαρύγδουπη και ακατάληπτη ρητορική που απωθεί τον κόσμο.
4. Ακριβώς για την ανάγκη υπέρβασης των αδιεξόδων που προκλήθηκαν από ποικίλες ανθενωτικές, ηττοπαθείς και αντιμετωπικές δράσεις και στάσεις, συγκροτήθηκε η Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση από δυνάμεις και αγωνιστές που επιμένουν στη μετωπική συμπόρευση. Η Συλλογικότητα αγώνα για την ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ, παρά τις ενστάσεις της ως προς την ονομασία και κάποιες θέσεις αυτής της Πρωτοβουλίας, αποφάσισε να την στηρίξει, εμμένοντας στη βάση της λογικής της προοπτικής του μετωπικού αγώνα.
5. Σε όλες τις δυνάμεις της αριστεράς, αλλά και στις συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και στους ανεξάρτητους εντός και πέριξ αυτών των δυνάμεων, υπάρχουν σύντροφοι και συναγωνιστές που αντιλαμβάνονται την ζωτική αναγκαιότητα της μετωπικής συγκρότησης του αγώνα, πέρα από καταδικασμένες νοοτροπίες και πρακτικές μικροπολιτικής της μίζερης αυτοσυντήρησης πολιτικών μικρομάγαζων. Αυτό το αγωνιστικό δυναμικό είναι αναγκαίο να συστρατευθεί και να δραστηριοποιηθεί μετωπικά.
6. Υπάρχει μια καταρχήν πολιτική συμφωνία ΑΝΤΑΡΣΥΑ - Πρωτοβουλίας για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση -όπως προέκυψε και όπως κι αν προβάλλεται ή/και ερμηνεύεται-, βάσει της οποίας θα συνταχθεί κοινό κείμενο-δημόσια δέσμευση αρχών, εν είδη εκλογικής διακήρυξης, όπου θα τίθενται σαφώς οι στόχοι, οι όροι και τα όρια της πολιτικής συνεργασίας και η οποία έχει νόημα μόνον εφ' όσον θα υπάρχει σαφής δημόσια δέσμευση για τα επόμενα συγκεκριμένα βήματα συγκρότησης του αναγκαίου κοινωνικού και πολιτικού μετώπου.
7. Χρειάζεται έστω και τώρα να αρχίσουμε να χτίζουμε πραγματικά μετωπικά λαϊκά αναχώματα στη βάση, σε χώρους εργασίας και κατοικίας, για μαχητικούς αγώνες ενάντια στα επικείμενα μνημόνια, με το ΣΥΡΙΖΑ διαχειριστή των πλήρως αποδεκτών απ' την ηγεσία του στρατηγικών επιλογών της Ε.Ε. και του Ευρωατλαντικού άξονα γενικότερα.
8. Οι διαδικασίες της Π.Α.Με.Σ., μετά από εκτενή διάλογο, κατέληξαν πλειοψηφικά στην σκοπιμότητα και στην αναγκαιότητα πολιτικής συνεργασίας εν όψει των εκλογών του Ιανουαρίου. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ θεωρεί βέβαιο, ότι αν η συνεργασία αυτή υποβαθμιστεί σε καιροσκοπικό εκλογικό χειρισμό μιας χρήσης, όχι μόνο δεν θα συμβάλλει στη διαμόρφωση και ανάπτυξη του αναγκαίου για τον λαό και τη χώρα κοινωνικοπολιτικού μετώπου, αλλά αντιθέτως θα πολλαπλασιάσει τις απογοητεύσεις και τις ματαιώσεις του λαού, θα εδραιώσει την αγοραία αντίληψη ότι δεν υπάρχει φερέγγυα αριστερά, ότι “όλοι είναι ίδιοι” και “όλοι είναι μέρος του προβλήματος”. Σε μια εκ των πραγμάτων εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία, όπου η καθεστωτική-διαχειριστική κατρακύλα του ΣΥΡΙΖΑ θα βρει ακόμα πιο πρόσφορο έδαφος στην πρακτικά παντελή απουσία αριστερής μετωπικής πίεσης με αρχές, οι άνθρωποι που θα απεγκλωβίζονται από τις “λύσεις ανάγκης” δεν θα έχουν ούτε ψήγματα πολιτικής αναφοράς και προοπτικής για να πορευτούν. Έτσι, ο κοντόφθαλμος καιροσκοπισμός και ο κοινοβουλευτικός κρετινισμός ορισμένου τύπου εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, θα τροφοδοτήσει στην πράξη ήδη υπαρκτές ισχυρές διαλυτικές και φασιστικές τάσεις.
9. H κρίση ρίχνει τις μάσκες. Καθιστά επιτακτική την ανάγκη επιτέλους να τελειώνουμε ηθικοπολιτικά με την ευρωατλαντική “αριστερά”, στις διάφορες κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές εκδοχές της, η οποία, εκτός από την προάσπιση ακόμα και των απροκάλυπτα φασιστικών επιλογών του Ευρωατλαντικού άξονα (βλέπε τη δικαίωση της χούντας και του πολέμου στην Ουκρανία, ή/και την τήρηση “ίσων αποστάσεων” έναντι των αντιμαχόμενων, γεγονός που τορπιλίζει το αντιφασιστικό, αντιιμπεριαλιστικό, δημοκρατικό μέτωπο του λαού), έχει αναλάβει εργολαβικά και τον υπονομευτικό ρόλο σε κάθε ενωτική – μετωπική προσπάθεια και στην Ελλάδα.
10. Είναι τραγελαφικό, άτομα και ομάδες με φαιδρή θεωρητική συγκρότηση και νεφελώδη αντίληψη για τον κομμουνισμό, να αυτοαναγορεύονται τιμητές της “αριστεροσύνης” της Συλλογικότητας αγώνα για την ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ της ανθρωπότητας και κάθε δύναμης που επιδιώκει τη συγκρότηση του κοινωνικοπολιτικού μετώπου, του μόνου άμεσα αναγκαίου μέσου για την ανατροπή του καθεστώτος αποικιοποίησης και για τη δρομολόγηση επαναστατικών αλλαγών, προτάσσοντας το πρόσκαιρο μικροκομματικό “συμφέρον” τους, την πρόσκαιρη μικροπαραταξιακή “επιτυχία”, θυσιάζοντας το μέλλον του κινήματος. Δεν κάνουμε δίκη προθέσεων, αλλά όπως τόνιζε και ο Φ. Ένγκελς: «…Αυτή η αγνόηση των μεγάλων, των θεμελιωδών απόψεων εξαιτίας των πρόσκαιρων συμφερόντων, αυτό το κυνηγητό των πρόσκαιρων επιτυχιών και ο αγώνας γι’ αυτές, χωρίς να υπολογίζονται οι συνέπειες που θα προκύψουν, αυτή η θυσία του μέλλοντος του κινήματος για χάρη του παρόντος - όλα αυτά μπορεί να προέρχονται και από “τίμια” κίνητρα. Είναι όμως οπορτουνισμός και παραμένει οπορτουνισμός, και ο τίμιος οπορτουνισμός είναι ίσως ο πιο επικίνδυνος απ’ όλους…»
Δηλώνουμε λοιπόν ότι:
1. Θεωρούμε πως η λειτουργία της Π.Α.Με.Σ. ούτε ανάγεται, ούτε και εξαντλείται στην επίτευξη μιας επιμέρους βραχύβιας εκλογικής συνεργασίας μεταξύ ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Σχεδίου Β', Παρέμβασης και λοιπών “δημοκρατικών δυνάμεων της προσκολλήσεως”, η οποία θα εκληφθεί ως απλή προέκταση ή/και μικρή αναδιάταξη στο μικρόκοσμο των ήδη συρρικνούμενων δυνάμεων της περί την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αριστεράς. Τουναντίον, τα όποια άμεσα βήματα αυτού του τύπου, οφείλουν να κλιμακωθούν σε μετωπικό μαζικό εγχείρημα πνοής. Μόνο το πλατύ άνοιγμα στο λαό, η δραστική συστράτευση, η αυτενέργεια και η αυτοοργάνωση των λαϊκών μαζών είναι ικανή να υπερβεί τις παθογένειες της αυτοαναφορικής αριστεράς και να δώσει πραγματική επαναστατική διέξοδο στο λαό. 
2. Στο βαθμό που η δρομολόγηση της μετωπικής δράσης περνά και από τη συμμετοχή στις επικείμενες εκλογές, με τη μορφή πολιτικής συνεργασίας, και η τελευταία (για τυπικούς-νομικούς λόγους) απαιτεί (όπως κατέδειξαν οι σσ. νομικοί) την ίδρυση και καταχώρηση νέου κόμματος-πολιτικής κίνησης, με όλα τα τυπικά στοιχεία (καταχώρηση ονόματος και εμβλήματος τύπου “ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ” -με διακριτό τίτλο “ΜΑΡΣ”, την Ιδρυτική διακήρυξη της Π.Α.Με.Σ., βασικές αρχές προσωρινού καταστατικού, βάσει της ιδρυτικής και των αρχών λειτουργίας που έχουν στοιχειωδώς διαμορφωθεί, ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ “ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ” (προς διευκόλυνση των γραφειοκρατικών διαδικασιών) και κυρίως 200 υπογραφές πολιτών με δικαίωμα ψήφου), η Συλλογικότητα αγώνα για την ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ της ανθρωπότητας δεν είναι αντίθετη σε όλα αυτά, υπό έναν όρο: να μη θίγεται στο ελάχιστο ο χαρακτήρας και η εν τω γεννάσθαι δημοκρατική λειτουργία της Π.Α.Με.Σ. Αυτό σημαίνει ότι: η όποια ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ “ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ο ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ της” δεν είναι τίποτε άλλο από προσωρινά, τυπικά – διαδικαστικά όργανα, η λειτουργία των οποίων εκπίπτει μετά τη λήξη των εκλογικών διαδικασιών. Το ίδιο ισχύει και για το προσωρινό καταστατικό. Επιπλέον, η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ “ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ο ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ της”, λογοδοτεί στην πανελλαδική συνδιάσκεψη της Π.Α.Με.Σ. και στην εκάστοτε συντονιστική επιτροπή που αυτή θα αναδεικνύει. Κάθε παραβίαση αυτών των όρων θα καταγγέλλεται δημόσια και θα αντικαθίσταται/-νται ο/οι παραβάτης/-ες άμεσα από τα ουσιαστικά όργανα της Π.Α.Με.Σ.   
3. Δεν θα συμμετάσχουμε στα ψηφοδέλτια που θα καταρτιστούν, αλλά θα συμβάλλουμε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας στη στήριξη και προπαγάνδιση της κοινής εκλογικής καθόδου, ως βήματος προς την πραγματική Λαϊκή Μετωπική Συμπόρευση, δηλώνοντας με δικά μας υλικά τη διακριτή μας θέση και αντίληψη των αναγκαίων βημάτων, μικρό μέρος των οποίων είναι και η κοινή κάθοδος στις επικείμενες αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές.

03/01/2015
Συλλογικότητα αγώνα για την

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ